Δευτέρα 16 Φεβρουαρίου 2015

Η Ελλάς βρυχάται - περίπου



Μια μικρή γατούλα άσπρη πουπουλένια,
ξάπλωνε στον ήλιο χωρίς καμία έγνοια.
Άραζε και έτρωγε κι έπλενε το κορμί,
προσεκτικά γλειφότανε να γίνει καθαρή.
Ήτανε πολύ ήσυχη μέσα στην αυλή,
το αφεντικό της πρόσεχε μην εξαγριωθεί.
Και έτσι όμορφα κι απλά περνούσανε οι μέρες,
η γάτα και το αφεντικό περάσανε τις βέρες.
Ήρθε και ο καρνάβαλος με γλέντια και χαρές,
η γατούλα γούσταρε να βλέπει φορεσιές.
Έβλεπε τα κοστούμια τους έβλεπε και τις μάσκες
έβλεπε και το αφεντικό να κυνηγά μπεκάτσες.
Και να που είδε όνειρο μια μέρα ξαφνικά
και βάλθηκε να γίνει τίγρης θηλυκιά.
Στον Αζόρ το είπε, το φίλο της το σκύλο,
που ήτανε δεμένος δίπλα της στον στύλο.
Μα ο σκύλος την απέτρεψε, τη μάλωσε με γέλια:
"Πού πας μωρή τρελή, γάτα είσαι και τεμπέλα,
οι τίγρεις είναι άγριες, αδάμαστες, θηρία,
εσύ μπασμένο κι άμοιρο δεν πιάνεις ούτε μία.
Ρίγες μπορεί να φόρεσες, ν' άρχισες να γρυλίζεις,
μα τους μεγάλους αίλουρους καθόλου δε θυμίζεις.
Βγάλε λοιπόν τη φορεσιά και κάτσε στα αυγά σου,
πριν έρθει το αφεντικό και κόψει την ουρά σου"!
"Σκύλε, φίλε μου εσύ σοφέ, άλλαξε η καρδιά μου,
ξύπνησανε τα ένστικτα που κρύβαν τη χαρά μου.
Δε νιαουρίζω τώρα πια, δε σέρνομαι στον ήλιο,
κάτι κουνιέται μέσα μου και τρέμει σαν το φύλλο.
Γι αυτό λοιπόν το αφεντικό δεν πάει να τραγουδάει,
κι άμα μου κόψει τα φτερά, η ψυχή θα πολεμάει"...

A. Pineli


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου